Το Λιοντάρι και το Ποντίκι
Μια φορά κι έναν καιρό, μέσα στο δάσος ζούσε ένα λιοντάρι, περήφανο και δυνατό. Κάθε φορά που έβγαινε από τη σπηλιά του και βρυχόταν, όλα τα ζώα του δάσους, σαν άκουγαν το δυνατό μουγκρητό του, φοβούνταν και έφευγαν μακριά. Το λιοντάρι ήταν ο βασιλιάς των ζώων του δάσους και μπροστά στη δύναμη του όλα τα ζώα, μικρά και μεγάλα, υποχωρούσαν. Η πονηρή αλεπού, ο γρήγορος λαγός, το ελάφι με τα δυνατά του κέρατα, η αεικίνητη λεοπάρδαλη, ο τεράστιος ελέφαντας, ο δυνατός ρινόκερος, ακόμα και η άγρια αρκούδα, όλα τα ζώα τρόμαζαν όταν άκουγαν το δυνατό βρυχηθμό του λιονταριού και αντίκριζαν τα πελώρια και κοφτερά δόντια του. Όποιο ζώο είχε τολμήσει να τα βάλει με το λιοντάρι, είχε φύγει νικημένο.
Μια μέρα, το λιοντάρι κοιμόταν ήσυχο στη σπηλιά του. Είχε φάει αποβραδίς
μια ολόκληρη κατσίκα και είχε βυθιστεί στον ύπνο για να χωνέψει. Εκεί
που απολάμβανε τον ύπνο του, ένιωσε κάτι να γαργαλάει την ουρά του. Το
λιοντάρι άνοιξε τα μάτια του αγριεμένο και με μια κίνηση, γράπωσε με τα
νύχια του τον εισβολέα που είχε χαλάσει την ησυχία του. Και τι να δει;
Ένα μικρό γκρι ποντικάκι! Το λιοντάρι δεν πίστευε στα μάτια του.
- «Ποιος είσαι εσύ μικρέ και ανόητε ποντικέ που τολμάς να
μπαίνεις στη σπηλιά μου και να με ξυπνάς; Εμένα, το παντοδύναμο
λιοντάρι, τον βασιλιά των ζώων;» φώναξε το λιοντάρι, έτοιμο να κάνει μια μπουκιά το μικρό ποντικάκι.
- «Μη με φας βασιλιά μου», τον ικέτεψε τρομαγμένο το ποντικάκι. «Δεν
ήθελα να σε ενοχλήσω. Έψαχνα μόνο κάτι να φάω γιατί είμαι πεινασμένο.
Μη μου κάνεις κακό, κι εγώ, κάποια μέρα, θα σου ανταποδώσω αυτή τη χάρη».
Το λιοντάρι γέλασε ειρωνικά. Τι θα μπορούσε να κάνει αυτό το μικρό και
ασήμαντο ποντικάκι για το παντοδύναμο λιοντάρι, τον κυρίαρχο του δάσους…
Το άφησε όμως να φύγει χωρίς να το πειράξει, λέγοντας του:
- «Θα σε αφήσω να φύγεις μικρό ποντικάκι, παρόλο που εσύ δεν θα μπορούσες ποτέ να κάνεις κάτι για μένα».
Μία μέρα, το λιοντάρι, εκεί που τριγυρνούσε πεινασμένο στο δάσος
ψάχνοντας για τροφή, άκουσε ένα κατσίκι να βελάζει. Τρέχει βιαστικά προς
το μέρος του και καθώς πηδάει για να το αρπάξει με τα κοφτερά του
νύχια, πέφτει μέσα σε ένα λάκκο που ήταν σκεπασμένος με φύλλα. Πίσω από
τα δέντρα ξεπρόβαλλαν κυνηγοί, που είχαν σκάψει το λάκκο για να το
παγιδέψουν, έπιασαν το λιοντάρι και το έδεσαν με χοντρά σχοινιά για να
μην μπορεί να κουνηθεί.
Οι κυνηγοί έφυγαν για να πάνε στο χωριό να φέρουν βοήθεια για να
κουβαλήσουν το λιοντάρι, που ήταν πολύ μεγάλο και βαρύ. Το λιοντάρι
έμεινε εκεί, μόνο και αβοήθητο, χωρίς να μπορεί να κουνήσει ούτε τα
πόδια ούτε τον κορμό του, που ήταν δεμένα σφιχτά.
Μετά από λίγη ώρα, έτυχε να περνάει από εκεί το μικρό ποντίκι και άκουσε
τα βογκητά του λιονταριού. Πλησίασε κοντά του, είδε το λιοντάρι
παγιδευμένο στα σχοινιά και τότε του είπε:
- «Κάποτε μου χάρισες τη ζωή μου. Τώρα θα σου ξεπληρώσω την καλοσύνη σου και θα σε ελευθερώσω».
- «Εσύ θα με ελευθερώσεις; Πώς είναι δυνατόν;» ρώτησε το λιοντάρι.
- «Τώρα θα δεις», του απάντησε ο μικρός ποντικός και βάλθηκε μονομιάς να ροκανίζει τα χοντρά σχοινιά με τα κοφτερά του δόντια.
Το ποντίκι ροκάνιζε ακούραστα, χωρίς να σταματά λεπτό, και μετά από
μερικές ώρες σκληρής δουλειάς, κατάφερε να κόψει τα σχοινιά που έδεναν
τα πόδια του λιονταριού και να το ελευθερώσει. Το λιοντάρι δεν πίστευε
στα μάτια του!
- «Σε ευχαριστώ πολύ», του ψέλλισε συγκινημένο. Το ποντίκι του αποκρίθηκε με ταπεινότητα:
- «Σου είχα υποσχεθεί πως θα σου ανταποδώσω την καλοσύνη που μου
έδειξες και κράτησα την υπόσχεσή μου. Τότε γέλασες μαζί μου, γιατί δεν
πίστευες πως εγώ, ένα μικρό και ασήμαντο ποντίκι, θα μπορούσα ποτέ να
βοηθήσω εσένα, τον βασιλιά των ζώων. Πρέπει να ξέρεις όμως, πως και οι
πιο αδύναμοι μπορούν κάποτε να βοηθήσουν αυτούς που είναι δυνατότεροί
τους. Και εγώ δεν ξέχασα ποτέ αυτό που έκανες για μένα».
Από τότε, οι δυο τους έγιναν αχώριστοι φίλοι.
Αίσωπος
Ο μέγας έλληνας μυθογράφος του 6ου αιώνα π.Χ. ήταν ένα αινιγματικό πρόσωπο ήδη από την εποχή του, πόσο μάλλον που κατόπιν ο μύθος επιστρατεύτηκε για να καλύψει τα κενά της βιογραφίας του. Ή της ίδιας του της ύπαρξης.
Ο Ηρόδοτος τον χαρακτήριζε «λογοποιό» και ο Πλούταρχος τον περιέγραφε ως έναν παροιμιωδώς κακάσχημο και στραβοκάνη δούλο που τραύλιζε.
Όλοι παραδέχονταν ωστόσο πως ήταν ένας ιδιαιτέρως οξυδερκής άνθρωπος με οξυμένη κοινωνική ματιά, γι’ αυτό και οι μύθοι του δεν ήταν παρά διδακτικές αλληγορίες για τη ζωή την ίδια και τον ανθρώπινο παράγοντα.
Όμοια με τον επικό ποιητή μας Όμηρο, πολλές είναι οι πόλεις και οι χώρες που ερίζουν ακόμα διεκδικώντας τον ως δικό τους. Η καταγωγή του, όπως και η βιογραφία του, χάνονται στα βάθη του χρόνου και μόνο εικασίες μπορούν να διατυπωθούν για τα πώς και τα γιατί της ύπαρξής του, καθώς το φαινόμενο Αίσωπος θα διαμορφωθεί προοδευτικά ανά τους αιώνες.
Στα τέλη του 4ου αιώνα π.Χ., ο περιπατητικός φιλόσοφος και πολιτικός άντρας Δημήτριος ο Φαληρεύς δημοσιεύει την πρώτη γνωστή έκδοση των μύθων του Αισώπου, σφραγίζοντας λίγο πολύ το πρόσωπο του αρχαίου παραμυθά. Τι είναι όμως αλήθεια και τι ψέματα;
Την πρώτη μάλιστα βιογραφία του τη γράφει κατά τον 14ο αιώνα μ.Χ. ο βυζαντινός μοναχός και λόγιος Μάξιμος Πλανούδης, μπολιάζοντας μύθους και λαϊκές διηγήσεις της δικής του εποχής με τα ελάχιστα βιογραφικά στοιχεία που μας παραδίδουν οι αρχαίοι συγγραφείς.
Κι έτσι ο μεγαλύτερος παραμυθάς της αρχαιότητας παραμένει εν πολλοίς ένας από τους μεγάλους αγνώστους του πνεύματος, καθώς σήμερα πολλοί μελετητές του Αισώπου αμφισβητούν και το ίδιο το γεγονός ότι ήταν ένας άνθρωπος! Ο «πατέρας» του αρχαίου μύθου, ο οραματιστής αυτός της λεγόμενης «διδακτικής μυθολογίας», επιβίωσε ωστόσο σε πείσμα της ελλιπούς βιογραφίας του γιατί το έργο του ήταν από αυτά που έρχονται για να μείνουν.
Όταν ο Αίσωπος διατύπωνε με το σατιρικό ύφος του τους συμβολικούς του μύθους ο κόσμος είχε ήδη βρει τον μεγαλύτερο παραμυθά του. Τα ανθρωπόμορφα σε χαρακτηριστικά προσωπικότητας ζώα του θα μεγάλωναν γενιές και γενιές παιδιών στα μήκη και τα πλάτη του κόσμου, με τα μικρά αφηγήματά του, διατυπωμένα με λιτή συντομία, να διακρίνονται για τον ηθικοδιδακτικό τους ρόλο.
Ο ίδιος δεν έγραψε βέβαια ούτε λέξη, προτιμώντας να διηγείται τις ιστορίες του προφορικά. Και πιθανότατα, αν κρίνουμε από το φημολογούμενο τέλος του, είχε δίκιο να μην απαθανατίζει γραπτά τις άβολες αλήθειες των μύθων του. Ο αισώπειος μύθος είναι μια σύντομη αφήγηση παραδειγματικού χαρακτήρα που αντλεί στοιχεία από τη λαϊκή σοφία αλλά και τη φιλοσοφική κριτική. Ένα σύντομο περιστατικό δηλαδή με πρωταγωνιστές ζώα συνήθως -αλλά και ανθρώπους ή θεούς κάποιες φορές-, το οποίο χρησιμεύει για να εξάρει ή να στηλιτεύσει χαρακτήρες και συμπεριφορές.
Λέγεται ότι ο πρώην δούλος στάλθηκε στο Μαντείο των Δελφών από τον βασιλιά Κροίσο για να πάρει χρησμό, αυτός ωστόσο τα έψαλε στους ιερείς κατηγορώντας τους ότι εξαπατούσαν τον κόσμο! Κι έτσι καταδικάστηκε στα γρήγορα σε θάνατο και ρίχτηκε από την κορφή του Παρνασσού, καθώς τα λεγόμενά του ενοχλούσαν πολλούς.
Παρά το γεγονός ότι ήταν ταπεινής καταγωγής και δούλος άλλοτε, οι Αθηναίοι του έστησαν ανδριάντα αργότερα για να δείξουν ότι κάθε άνθρωπος αξίας πρέπει να τιμάται όπως κι αν έχει έρθει στον κόσμο. Τι ιδανικός επίλογος για τη ζωή ενός ανθρώπου που έμοιαζε σαν να έχει βγει από κάποιον μύθο του!
Οι Έλληνες διέσωσαν τους μύθους του από στόμα σε στόμα, μέχρι να καταγραφούν τελικά στην ελληνική περίοδο και να επιβιώσουν στους αιώνες ως έξοχα δείγματα αλληγορικού λόγου με τεράστια μαθησιακή αξία για τα μικρά και τα μεγαλύτερα παιδιά.
Τι δίδαξε ο Αίσωπος τον κόσμο; Πως η ευγνωμοσύνη είναι χαρακτηριστικό των ευγενικών ψυχών, πως η έλλειψη εμπιστοσύνης είναι προάγγελος της δυστυχίας, πως η ανέχεια δεν αναγνωρίζει νόμους, πως η κακοτυχία δοκιμάζει την ειλικρίνεια των φίλων και η εκδίκηση θα βλάψει τελικά τον εκδικητή.
«Μπορεί τα ρούχα να συγκαλύψουν έναν ανόητο, αλλά τα λόγια του θα τον αποκαλύψουν», μας λέει ο μεγάλος παραμυθάς προειδοποιώντας μας: «Πρόσεξε μη χάσεις την ουσία προσπαθώντας να πιάσεις τη σκιά»…
.newsbeast.gr/portraita
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου